τοιχοκολλητής

τοιχοκολλητής
ο расклейщик (афиш, плакатов и т. п.)

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "τοιχοκολλητής" в других словарях:

  • τοιχοκολλητής — ο, Ν αυτός που τοιχοκολλά διαφημίσεις, αγγελίες ή αφίσες. [ΕΤΥΜΟΛ. < τοιχοκολλώ. Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην εφημερίδα Ακρόπολις] …   Dictionary of Greek

  • τοιχοκολλητής — ο αυτός που κάνει τοιχοκολλήσεις …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ρίτσος, Γιάννης — (Μονεμβασία 1909 – 1990). Ποιητής. Φοίτησε στο δημοτικό της γενέτειράς του και τελείωσε το γυμνάσιο στο Γύθειο. Το 1926, έπειτα από σύντομη διαμονή στην Αθήνα, γύρισε στη Μονεμβασία. Λόγοι υγείας όμως τον ανάγκασαν να καταφύγει σε διάφορα… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»